περιθλάσεων

περιθλάσεων
περιθλάσεω̆ν , περίθλασις
crushing
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ακουστική — Το σύνολο των φαινομένων που έχει σχέση με την ακοή. Επίσης, επιστήμη η οποία έχει ως αντικείμενό της το σύνολο των φαινομένων, που έχουν σχέση με τις ελαστικές ταλαντώσεις και περιλαμβάνει: 1) Το τμήμα της φυσικής που εξετάζειτα ηχητικά… …   Dictionary of Greek

  • διάχυση — Η έκχυση, η διασκόρπιση αλλά και η φθορά· η χαλάρωση ή η εύθυμη εκδήλωση. (Ιατρ.) Τεχνική για την αφαίρεση ουσιών από το αίμα με χρήση μιας μεμβράνης, μέσω της οποίας διέρχονται οι διάφορες ουσίες με διαφορετικούς ρυθμούς. Η διαδικασία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”